Σε λίγες μέρες θα τεθεί σε λειτουργία το νέο πιλοτικό πρόγραμμα του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, με πεζές περιπολίες ανδρών της ΕΛ.ΑΣ., οι οποίοι θα συνοδεύονται από αστυνομικούς σκύλους.
Είναι μια ακόμα από τις πρωτοβουλίες του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, ο οποίος, στο μικρό διάστημα που κατέχει τη θέση του πολιτικού προϊσταμένου σ' αυτό το κρίσιμο υπουργείο, έχει προλάβει να εξαγγείλει μια σειρά από νεωτερισμούς που θα αλλάξουν τη μορφή της αστυνόμευσης όπως τη γνωρίζαμε μέχρι σήμερα.
Εχουμε ακούσει για κατάργηση του χημικού πολέμου που εξαπολύει με κάθε ευκαιρία εναντίον συγκεντρωμένων πολιτών η ΕΛ.ΑΣ. και αντικατάστασή του με άλλες μορφές «ήπιας καταστολής», όπως οι αντλίες. Εχουμε επίσης ακούσει για την κατάργηση της άτυπης συνεργασίας της ΕΛ.ΑΣ. με ομάδες κρούσης ακροδεξιών και ρατσιστικών οργανώσεων.
Για να αποδείξει από την πρώτη στιγμή τη διάθεση αλλαγής σ' αυτό το κακόφημο υπουργείο, η κυβέρνηση αντικατέστησε την επωνυμία «υπουργείο Δημόσιας Τάξης» με τον ευφημισμό «υπουργείο Προστασίας του Πολίτη». Μόνο που κι εδώ δεν πρωτοτύπησε. Εδώ και πολλά χρόνια, η Νέα Δημοκρατία είχε θεσπίσει στη σκιώδη της κυβέρνηση αρμοδιότητα «Προστασίας του Πολίτη», και μάλιστα ο τότε πρόεδρος του κόμματος Μιλτιάδης Εβερτ είχε αναθέσει το πόστο αυτό σε ένα από τα πιο σκληρά ακροδεξιά της στελέχη, τον Απόστολο Ανδρεουλάκο (19/4/1996).
Μέχρι σήμερα, πάντως, το μόνο «νέο» μέτρο που έχουμε δει να εφαρμόζεται είναι οι μαζικές «προληπτικές» προσαγωγές διαδηλωτών και η οριοθέτηση ορισμένων γκέτο στο κέντρο της Αθήνας. Και τώρα ήρθε η ώρα των σκυλιών. Ούτε η εισαγωγή, πάντως, των αστυνομικών σκυλιών στην καθημερινότητα των περιπολιών μπορεί να θεωρηθεί ιδιαίτερη πρωτοτυπία. Εδώ και τριάντα τουλάχιστον χρόνια οι εκάστοτε υπουργοί Δημόσιας Τάξης (ή Εσωτερικών ή Προστασίας του Πολίτη) επιχειρούν με διάφορους τρόπους να εντάξουν τους τετράποδους φρουρούς στο αστυνομικό σώμα. Δεν το έχουν μέχρι σήμερα πετύχει, με εξαίρεση τη χρήση εκπαιδευμένων σκύλων στην ανίχνευση ναρκωτικών και εκρηκτικών.
Η πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. εξηγεί ότι, σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, «η δραστηριότητα των αστυνομικών σκύλων περιπολίας αφορά στην αναζήτηση εξαφανισθέντων ατόμων, στη φύλαξη προσώπων και πραγμάτων, στη φύλαξη και συνοδεία κρατουμένων προς αποτροπή απόδρασης, στη λήψη μέτρων σε αθλητικές εγκαταστάσεις, καθώς επίσης στην καταδίωξη και σύλληψη ατόμων που τελούν αυτόφωρα εγκλήματα», ενώ επισημαίνεται ότι «δεν θα διατίθενται σε πορείες και συγκεντρώσεις».
Αυτό το «ισχύον θεσμικό πλαίσιο» που επικαλούνται σήμερα οι υφιστάμενοι του Μ. Χρυσοχοΐδη είναι ο νόμος 3731 (ΦΕΚ Α 263/23/12/2008), που υπογράφεται από τους υπουργούς Παυλόπουλο, Αλογοσκούφη, Μεϊμαράκη και Παπαληγούρα. Ο νόμος αυτός τροποποιεί τον μέχρι τότε ισχύοντα 2018/1992 που δεν πρόβλεπε τη χρήση σκύλων σε περιπολίες.
Στην εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου διαβάζουμε: «Η δράση των αστυνομικών, ιδιαίτερα δε εκείνων που εκτελούν πεζή περιπολία, πρέπει να υποστηρίζεται με τα αναγκαία και κατάλληλα για την εκτέλεση της αποστολής τους μέσα, όπως είναι η χρήση ειδικά εκπαιδευμένων αστυνομικών σκύλων. Αλλωστε το μέτρο της αστυνόμευσης με αστυνομικούς σκύλους εφαρμόζεται σε πολλές χώρες της Ε.Ε., όπως Γαλλία, Γερμανία, Αγγλία κ.λπ.».
Ο νόμος απαγορεύει βέβαια «τη χρήση αστυνομικών σκύλων για τη διάλυση συναθροίσεων και συγκεντρώσεων», αλλά μ' αυτή τη διατύπωση δεν αποκλείεται η χρήση σκύλων κατά τη διάρκεια «συναθροίσεων και συγκεντρώσεων», όχι για τη διάλυσή τους (μια πρακτική που ούτως ή άλλως δεν συνηθίζεται πλέον από τις δυνάμεις καταστολής), αλλά για τη «σύλληψη ατόμων που τελούν επ' αυτοφώρω κακουργήματα ή πλημμελήματα και ιδίως αυτών που προβαίνουν σε πράξεις βίας κατά προσώπων ή πραγμάτων», όπως προβλέπει η σχετική διάταξη.
Ο νόμος αυτός συμπληρώθηκε με το Προεδρικό Διάταγμα 14/2009 (ΦΕΚ Α 30/20/2/2009), το οποίο συνέταξε πριν από ένα χρόνο ο τότε αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών Χρήστος Μαρκογιαννάκης. Μέχρι σήμερα, δηλαδή, η χρήση αστυνομικών σκύλων εναντίον συγκεκριμένων στόχων σε δημόσιες συγκεντρώσεις δεν απαγορεύεται. Ωστόσο, το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο αναγνωρίζει την επικινδυνότητα χρήσης σκύλων σε δημόσιους χώρους, εφόσον την απαγορεύει στις ιδιωτικές εταιρείες ασφάλειας.
Ο ν. 2518/1997 (ΦΕΚ Α 164/21/8/97) ορίζει σαφώς: «Η χρήση σκύλων σε δημόσιους και γενικά προσιτούς στο κοινό χώρους, απαγορεύεται».
Οι σκύλοι της Μεταπολίτευσης
Η πρώτη επίσημη ανακοίνωση για την προμήθεια αστυνομικών σκύλων από την «Αστυνομία Πόλεων» έγινε στις 24/5/1975 σε ομιλία του Διευθυντή Αστυνομίας Πειραιώς Κ. Λαδιά στον Πειραϊκό Σύνδεσμο. Τα σκυλιά αυτά επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν από τη δίωξη ναρκωτικών. Αλλά το κλίμα της μεταπολίτευσης δεν ευνοούσε την ενίσχυση των μέτρων αστυνόμευσης, ενώ ειδικά η χρήση των σκυλιών από άλλες χώρες αντιμετωπίζονταν με αρνητικά σχόλια. Οι ειδήσεις ανέφεραν «ρατσιστικές επιθέσεις με σκύλους» στις ΗΠΑ, ενώ προβάλλονταν και οι άγριες επιχειρήσεις των αστυνομικών σκύλων του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική.
Πέρασαν αρκετοί μήνες χωρίς η κυβέρνηση Καραμανλή να προχωρήσει στη συγκρότηση του νέου αστυνομικού σώματος των τετραπόδων. Μετά, όμως, από ορισμένα επεισόδια στα γήπεδα, ο τότε υφυπουργός Προεδρίας Αχ. Καραμανλής συγκάλεσε στο γραφείο του σύσκεψη με τον υπουργό Δημόσιας Τάξης Γ. Σταμάτη, τον ΓΓΑ Κ. Παπαναστασίου και τους αρχηγούς Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων (10/1/1977).
Η κατάληξη ήταν ότι «στο εξής ειδικά εκπαιδευμένα αστυνομικά σκυλιά θα φρουρούν τα ποδοσφαιρικά γήπεδα -κατά το πρότυπο των μέτρων αστυνόμευσης που από καιρό εφαρμόζονται σε χώρες του εξωτερικού».
Το μέτρο αυτό αντιμετωπίστηκε με μεγάλη επιφύλαξη από τον Τύπο της εποχής. Το πρώτο ερώτημα που τέθηκε ήταν αν η κυβέρνηση θα περιορίσει τη χρήση των αστυνομικών σκυλιών στα γήπεδα ή μήπως οι φίλαθλοι θα αποτελέσουν απλά τα πειραματόζωα σε μια νέα μέθοδο καταστολής, η οποία στη συνέχεια θα εφαρμοστεί για τη διάλυση λαϊκών συγκεντρώσεων.
Αλλά και για την αποτελεσματικότητα του μέτρου στα γήπεδα διατυπώθηκαν πολύ σοβαρές αντιρρήσεις: «Εκείνοι που αποφάσισαν ν' αναθέσουν την τήρηση της τάξεως στα σκυλιά δεν θα έχουν δει τις εικόνες από τη δράση τους, όταν ξεσπούν επεισόδια. Οι ποδοσφαιριστές της Εθνικής Ομάδας Νέων της Ελλάδας, που έζησαν κατά τη διάρκεια ταραχών σε τουρνουά στη Σουηδία, πριν από χρόνια, τις εφιαλτικότερες σκηνές της ζωής τους, θα μπορούσαν ν' αφηγηθούν πολλά και πολύ φρικτά γεγονότα εκείνης της εμπειρίας τους» («Το Βήμα», 16/1/1977).
Οι επίσημες εξαγγελίες δεν είχαν συνέχεια, έως ότου στις 27/2/1978 ανακοινώθηκε από το υπουργείο Δημόσιας Τάξης ότι σύντομα η τάξη στα γήπεδα θα τηρείται και από αστυνομικούς σκύλους, οι οποίοι θα χρησιμοποιούνταν και στις έρευνες για ναρκωτικά και εκρηκτικές ύλες. Ανακοινώθηκε επίσης ότι επέστρεψαν από το εξωτερικό τρεις αξιωματικοί της Χωροφυλακής και δύο της Αστυνομίας που εκπαιδεύτηκαν στον τρόπο χρησιμοποίησης των αστυνομικών σκύλων.
Σχετικό νομοσχέδιο επρόκειτο να κατατεθεί στη Βουλή σε σύντομο χρονικό διάστημα. Πραγματοποιήθηκε νέα ειδική σύσκεψη στο γραφείο του Αχιλλέα Καραμανλή, με το νέο υπουργό Δημόσιας Τάξης Αν. Μπάλκο. Εκτός από τα γήπεδα, τα ναρκωτικά και τα εκρηκτικά, οι αστυνομικοί σκύλοι σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου, επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν ακόμα σε καταδιώξεις και περιπολίες, όπως επίσης και «σε αποστολές που θα καθορίζονται με απόφαση του υπουργού Δημόσιας Τάξης».
Τελικά το πρώτο νομοσχέδιο για τη χρήση αστυνομικών σκύλων κατατέθηκε στο τμήμα διακοπών της Βουλής, αργά το βράδυ στις 22 Σεπτεμβρίου του 1978. Με το νομοσχέδιο αυτό που κατέθεσαν οι υπουργοί Προεδρίας (Κ. Στεφανόπουλος) και Δικαιοσύνης (Γ. Σταμάτης) ανατράπηκε όλη η πολύμηνη επιχειρηματολογία της κυβέρνησης που επέμενε ότι τα αστυνομικά σκυλιά προορίζονται μόνο για τα γήπεδα και ομολογείται για πρώτη φορά ότι τα σκυλιά θα χρησιμοποιούνται:
* Σε συναθροίσεις και συγκεντρώσεις πλήθους.
* Σε περιπολίες εντός κατοικημένων περιοχών.
* Σε αναζητήσεις καταδιωκομένων και εξαφανισμένων ατόμων.
* Σε έρευνες μέσα σε διαμερίσματα και αυτοκίνητα.
Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου, η χρησιμοποίηση των σκύλων θα βοηθούσε στην εξοικονόμηση δυνάμεως, στην ενίσχυση της «υλικής δυνάμεως» της αστυνομίας, λόγω του «δέους» που προκαλεί η παρουσία των σκύλων, στην «ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών» και στην «αποτροπή αδικημάτων επιθέσεως και βιαιοπραγιών εναντίον αστυνομικών κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας των».
Εκφράζοντας -όπως πάντα- το κλίμα της εποχής, ο Μίκης Θεοδωράκης περιέγραψε τα νέα μέτρα με σκληρή δήλωση: «Τα χουντοφασιστικά στοιχεία αναζωπυρώνουν τη δράση τους για να πλήξουν τις προοδευτικές δυνάμεις του λαού και ενθαρρύνονται από το κύμα των απαγορεύσεων και της αστυνομοκρατίας που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση. Οι απαγορεύσεις των συγκεντρώσεων, τα μέτρα για τη διάλυση των συγκεντρώσεων με αστυνομικούς σκύλους, ο νόμος που απαγορεύει τις αφισοκολλήσεις και τα τόσα άλλα δημιουργούν το γνωστό από το παρελθόν κλίμα τρομοκρατίας» (26/9/1978).
Στις 10 Οκτωβρίου 1978 το νομοσχέδιο συζητήθηκε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής. Κάτω από την καθολική αντίδραση της αντιπολίτευσης και των αμφιβολιών που εξέφρασαν ακόμα και κυβερνητικοί βουλευτές, ο Αν. Μπάλκος υποχρεώθηκε να αναδιπλωθεί και υποσχέθηκε να απαλείψει τη διάταξη που πρόβλεπε τη χρήση των σκυλιών για τη διάλυση συγκεντρώσεων, καθώς και το άρθρο που απάλλασσε από κάθε ευθύνη τον αστυνομικό συνοδό του σκύλου.
Αντισυνταγματικές διατάξεις
Οι πιο έγκριτες φωνές του νομικού κόσμου αμφισβήτησαν τη συνταγματικότητα του νομοσχεδίου. «Αναρωτιέμαι αν το νομοσχέδιο είναι σύμφωνο με το Σύνταγμα», δηλώνει ο Γιώργος Κουμάντος. Και εξηγεί: «Γιατί προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, αφού προβλέπει τη χρησιμοποίηση ακαταλόγιστων όντων για επεμβάσεις εις βάρος ανθρώπων. Η Πολιτεία ενεργεί με καταλογιστά όργανα. Το νομοσχέδιο δεν προσβάλλει μόνο τις αρχές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αλλά και τις αρχές της οργανώσεως του κράτους. Δεν μπορεί να εννοηθεί η χρησιμοποίηση σκυλιών ως πολιτειακών οργάνων. Δεν τα χωράει τα σκυλιά το Σύνταγμα».
Ο Γεώργιος Αλέξανδρος Μαγκάκης είναι ακόμα πιο κατηγορηματικός: «Είναι πολιτιστικά και πολιτικά απαράδεκτο, γιατί η χρησιμοποίηση αστυνομικών σκυλιών σημαίνει ταπείνωση του πολίτη, που αστυνομεύεται από ένα ζώο. Και αντίστροφα, σημαίνει εξαχρείωση του ίδιου του ζώου. Δηλαδή εδώ, αντί να εξημερώνουμε τα ζώα και να τα κάνουμε χρήσιμα με τη συμφιλίωσή μας, όπως έκανε ο άνθρωπος χιλιάδες χρόνια, τα κάνουμε θηρία, για να τα χρησιμοποιήσουμε σαν όργανα ελέγχου και τρομοκρατήσεως του ανθρώπου. Αυτό είναι απαράδεκτο. Θα 'πρεπε να σκεφτεί κανείς μήπως είναι ασυμβίβαστο με τη διάταξη του Συντάγματος, που διαλαμβάνει ότι ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας».
Ο Νικόλαος Ανδρουλάκης εκφράζει κι αυτός τις αντιρρήσεις του: «Διατηρώ αμφιβολίες για τη χρησιμοποίηση των σκυλιών στη σύλληψη προσώπων, κατά το μέτρο που αυτό μπορεί να θεωρηθεί ότι θίγει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ανεκτή θα ήταν η χρησιμοποίηση σκύλων για αμυντικούς σκοπούς. Σε ξένες νομοθεσίες προβλέπεται η χρησιμοποίηση σκύλων, αλλ' όμως κυρίως για ιχνηλασία κι επίσης για τη συνοδεία σε περιπολίες και εν γένει για την αποτροπή εγκλημάτων σε ερημικούς χώρους. Εν πάση περιπτώσει, νομίζω ότι δεν πρέπει να επιτρέπεται η χρησιμοποίηση των σκύλων σε χώρους όπου υπάρχει συγκεντρωμένο πλήθος, στο οποίο η εξαπόλυση των σκύλων εύκολα μπορεί να προκαλέσει πανικό με ανυπολόγιστες συνέπειες».
Στις 4/12/1978 η κυβέρνηση Καραμανλή ανέβαλε τη συζήτηση του σχετικού νομοσχεδίου στην Επιτροπή της Βουλής, επικαλούμενη «κώλυμα» του αρμόδιου υπουργού. Το προφανές κώλυμα ήταν ότι μια μέρα νωρίτερα ο Μπάλκος είχε παραστεί στην επέτειο των «Δεκεμβριανών» στου Μακρυγιάννη και είχε προκαλέσει με τη στάση του την αντίδραση της αντιπολίτευσης, η οποία σύσσωμη τον κατηγόρησε για «διχαστικό κήρυγμα». Πέρασαν αρκετοί μήνες και η κυβέρνηση δίσταζε να προχωρήσει στη συζήτηση του νομοσχεδίου. Οι φήμες που διέρρεαν από το υπουργείο Δημόσιας Τάξης περιόριζαν τη μελλοντική χρήση των αστυνομικών σκυλιών στα γήπεδα.
Αλλά και σ' αυτό το ενδεχόμενο αντιδρούσε η αντιπολίτευση. Μιλώντας για το νομοσχέδιο περί επαγγελματικού ποδοσφαίρου, ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Αναστάσιος Πεπονής υποστήριξε ότι «απόδειξη της κατάντιας στην οποία έχει φέρει η κυβέρνηση το ποδόσφαιρο είναι το γεγονός ότι καταθέτει νομοσχέδιο για αστυνομικά σκυλιά και η ίδια ομολογεί ότι θα τα χρησιμοποιήσει στα γήπεδα».
Παρά την καθυστέρηση της ψήφισης του νόμου, η αστυνομία προχώρησε στην προμήθεια δεκάδων σκυλιών που θεωρήθηκαν «κατάλληλα», ενώ στάλθηκαν και αξιωματικοί της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων για εκπαίδευση στη Δυτική Γερμανία.
Εναντίον της χρήσης των σκύλων στα γήπεδα τάχθηκαν και οι οργανώσεις των ποδοσφαιριστών. Με τηλεγράφημά τους προς την κυβέρνηση, οι επαγγελματίες και αμειβόμενοι ποδοσφαιριστές των ομάδων Α.Ε. Λάρισα, Νίκη Βόλου, Ολυμπιακός Βόλου, Α.Ο. Τρίκαλα, διαμαρτυρήθηκαν «εντονότατα για την επικείμενη ψήφιση νόμου που προβλέπει τη δημιουργία υπηρεσίας αστυνομικών σκύλων και τη χρησιμοποίησή τους στα γήπεδα» (24/7/1979).
Τις αντιδράσεις αυτές ενίσχυσε η είδηση ότι μετά τη λήξη του αγώνα του Πανιωνίου με την Τβέντε στο γήπεδο της ολλανδικής ομάδας οι αστυνομικοί εξαπέλυσαν εναντίον των ελλήνων φιλάθλων τα σκυλιά τους με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά ένας νεαρός Ελληνας (3/10/1979). Την απόσυρση του νομοσχεδίου ζήτησαν με ανακοινώσεις τους πολλοί μαζικοί φορείς, όπως ο Σύλλογος Εμποροϋπαλλήλων Αθήνας, η Ομοσπονδία Οικοδόμων και Συναφών Επαγγελμάτων Ελλάδας, κ.ά.
Τελικά το νομοσχέδιο ψηφίστηκε καταρχήν στις 18/1/1980 από την κυβερνητική πλειοψηφία, αφού πρώτα ο Αν. Μπάλκος τροποποίησε το σχετικό άρθρο, έτσι ώστε να μην επιτρέπεται η χρήση αστυνομικών σκυλιών σε άλλους αθλητικούς χώρους παρά μόνο στα ποδοσφαιρικά γήπεδα.
Μετά τις εκλογές του 1981, η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ επέλεξε να εφαρμόσει τη χρήση των σκύλων μόνο ως ανιχνευτών για ναρκωτικά και εκρηκτικά, καταγγέλλοντας ως απαράδεκτη την αξιοποίησή τους στα γήπεδα. Το 1984 η τοποθέτηση αυτή πήρε και νομοθετική κάλυψη. Στο νομοσχέδιο για την ενοποίηση των σωμάτων ασφαλείας και την ίδρυση της ΕΛ.ΑΣ. περιλήφτηκε σχετική διάταξη: «Κάθε γενική ή ειδική διάταξη, που επιτρέπει τη χρήση σκύλων καταργείται. Η χρήση αστυνομικών σκύλων επιτρέπεται για τον εντοπισμό και δίωξη ναρκωτικών, την ανακάλυψη εκρηκτικών υλών, την αναζήτηση εξαφανισθέντων ατόμων και τη φύλαξη ατόμων και πραγμάτων» (άρθρο 62, ν. 1481/1984).
Τώρα ανοίγει και πάλι το κεφάλαιο «χρήση σκυλιών» σε δημόσιους χώρους. Ο Μ. Χρυσοχοϊδης φαίνεται έτοιμος να εφαρμόσει το νόμο Παυλόπουλου. Βέβαια, οι σκύλοι είχαν κάνει την εμφάνισή τους και πριν το επιτρέψει αυτός ο νόμος του 2008. Ερμηνεύοντας «διασταλτικά» το νόμο του 1984 (δηλαδή παραβιάζοντάς τον), η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είχε χρησιμοποιήσει σκύλους σε περιπολίες στο κέντρο της Αθήνας ήδη από το 1996. Αλλά ήδη σήμερα χρησιμοποιούνται εναντίον των πιο αδύναμων ανθρώπινων «στόχων», δηλαδή των μεταναστών στα σύνορα.
Πρόκειται για σκύλους «εισαγωγής». Το πληροφορούμαστε από υπόμνημα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συνοριακών Υπαλλήλων προς τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη (8/12/2009): «Η χρησιμότητα (των σκύλων) αποδείχθηκε περίτρανα στην περιοχή του Εβρου και κυρίως στη μεθοριακή γραμμή από τα σκυλιά των κλιμακίων της Frontex. Οσοι αστυνομικοί σκύλοι χρησιμοποιήθηκαν επέφεραν σημαντικά αποτελέσματα. Πάνω από 200 συλλήψεις λαθρομεταναστών από ένα σκύλο σε λιγότερ
ο από 30 ημέρες μπορεί να αξιολογηθεί μονάχα ως άριστα. Η χρησιμοποίησή τους βελτιώνει τις συνθήκες εργασίας των συνοριακών φυλάκων και την απλουστεύει επιφέροντας σημαντικά αποτελέσματα».
Αγρια εικόνα. Με τα σκυλιά επιχειρούσαν οι φρουροί του Τείχους στο Βερολίνο να εμποδίσουν τους πολίτες της Ανατολικής Γερμανίας να περάσουν στη Δυτική. Τώρα με σκύλους «συλλαμβάνουν» οι φρουροί των ελληνικών συνόρων τους μετανάστες.
http://diktiospartakos.blogspot.com/2010/01/blog-post_2298.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου