«Δεν συντρέχει δικαιολογητικός λόγος προστασίας του απορρήτου» στις περιπτώσεις που αναρτούν υβριστικά, απειλητικά ή εκβιαστικά δημοσιεύματα, αναφέρει σε σημερινή γνωμοδότησή του (12/2009) ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ι. Τέντες, σχετικά με την άρση του απορρήτου της επικοινωνίας μέσω Internet.
Το διευκρινιστικό ερώτημα της ΑΔΑΕ τέθηκε μετά την γνωμοδότηση (9/2009) του τέως εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γ. Σανιδά με την οποία τάχθηκε υπέρ της άρσης του απορρήτου της επικοινωνίας μέσω Internet σε περίπτωση που διαπράττουν τα αδικήματα της εξύβρισης, δυσφήμισης κ.λπ.
Ειδικότερα, ο Τέντες αναφέρει, μεταξύ των άλλων, στη γνωμοδότησή του ότι «οι περιπτώσεις στις οποίες οι ανακριτικές αρχές για την εντόπιση του δράστη εξυβριστικών, συκοφαντικών, απειλητικών, εκβιαστικών τηλεφωνικών κλήσεων ή μηνυμάτων, κατά την διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, προανακρίσεως ή κυρίας ανακρίσεως, κατόπιν εγκλήσεως κατά κανόνα του παθόντος, δέκτη των εν λόγω κλήσεων κλπ., ζητούν την ανακοίνωση εκ μέρους των παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στοιχείων σχετικών με την ταυτότητα ή τη θέση της συνδέσεως ή του χρήστη, εκφεύγουν του προστατευτικού πεδίου της διατάξεως του άρθρου 19 § 1 του Συντάγματος. Στις προαναφερόμενες περιπτώσεις δεν πρόκειται για επικοινωνία ή ανταπόκριση κατά την έννοια της συνταγματικής διατάξεως. Οι επαφές αυτές ως, εκ του σκοπού και του περιεχομένου τους, το οποίο είναι ευθέως εγκληματικό, αφενός δεν συνιστούν «ανταλλαγή απόψεων, διανοημάτων κλπ.» και αφετέρου δεν γίνονται στο πλαίσιο σχέσεως οικειότητας και εμπιστευτικότητας».
Το διευκρινιστικό ερώτημα της ΑΔΑΕ τέθηκε μετά την γνωμοδότηση (9/2009) του τέως εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γ. Σανιδά με την οποία τάχθηκε υπέρ της άρσης του απορρήτου της επικοινωνίας μέσω Internet σε περίπτωση που διαπράττουν τα αδικήματα της εξύβρισης, δυσφήμισης κ.λπ.
Ειδικότερα, ο Τέντες αναφέρει, μεταξύ των άλλων, στη γνωμοδότησή του ότι «οι περιπτώσεις στις οποίες οι ανακριτικές αρχές για την εντόπιση του δράστη εξυβριστικών, συκοφαντικών, απειλητικών, εκβιαστικών τηλεφωνικών κλήσεων ή μηνυμάτων, κατά την διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, προανακρίσεως ή κυρίας ανακρίσεως, κατόπιν εγκλήσεως κατά κανόνα του παθόντος, δέκτη των εν λόγω κλήσεων κλπ., ζητούν την ανακοίνωση εκ μέρους των παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στοιχείων σχετικών με την ταυτότητα ή τη θέση της συνδέσεως ή του χρήστη, εκφεύγουν του προστατευτικού πεδίου της διατάξεως του άρθρου 19 § 1 του Συντάγματος. Στις προαναφερόμενες περιπτώσεις δεν πρόκειται για επικοινωνία ή ανταπόκριση κατά την έννοια της συνταγματικής διατάξεως. Οι επαφές αυτές ως, εκ του σκοπού και του περιεχομένου τους, το οποίο είναι ευθέως εγκληματικό, αφενός δεν συνιστούν «ανταλλαγή απόψεων, διανοημάτων κλπ.» και αφετέρου δεν γίνονται στο πλαίσιο σχέσεως οικειότητας και εμπιστευτικότητας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου